Αυξητικές τάσεις έχουν λάβει και τα περιστατικά ψυχικής κατάπτωσης, ανασφάλειας και πανικού που παρουσιάζουν συνάνθρωποι μας κάθε ηλικίας. Τα τηλεφωνήματα είναι δεκάδες και προέρχονται από όλες τις ηλικιακές ομάδες.
Δεν είναι μόνο τα κρούσματα της πανδημίας που αυξάνονται καθημερινά στη χώρα μας. Αυξητικές τάσεις έχουν λάβει και τα περιστατικά ψυχικής κατάπτωσης, ανασφάλειας και πανικού που παρουσιάζουν συνάνθρωποι μας κάθε ηλικίας.
Ο “βομβαρδισμός” των ειδήσεων, η μονοθεματική πληροφόρηση και ο αυτοπεριορισμός στο σπίτι με στόχο την προφύλαξη από τον κορονοιό έχουν δημιουργήσει σε μεγάλα κομμάτια του πληθυσμού ψυχολογικό φόρτο που δεν μπορούν να διαχειριστούν.
Η κατάσταση είναι ακόμα χειρότερη για όσους ανήκουν στις ευάλωτες ομάδες, καθώς και για όσους είναι ψυχικά ευάλωτοι.
Πολύτιμη βοήθεια σε όσους δυσκολεύονται να ελέγξουν την νέα αυτή κανονικότητα δίνει εδώ και μερικές ημέρες, μια τηλεφωνική γραμμή.
Πρόκειται για μια πρωτοβουλία του πρύτανη του ΕΚΠΑ Θάνου Δημόπουλου και του διευθυντή της Α΄ Πανεπιστημιακής Ψυχιατρικής Κλινικής του Αιγινήτειου Νοσοκομείου, Λάμπη Παπαγεωργίου.
Ψυχίατροι, ψυχολόγοι και κοινωνικοί λειτουργοί, επτά ημέρες την εβδομάδα, από τις 10.00 το πρωί έως τις 8.00 το βράδυ, παίρνουν θέση και περιμένουν να χτυπήσει το 210.72.97.957 (διαθέτει πολλές γραμμές) για να απαντήσουν σε ερωτήσεις για την νόσο, αλλά κυρίως να ακούσουν, να βοηθήσουν και να καθησυχάσουν.
Μια από τους ειδικούς της ομάδας είναι η Αλέξανδρα Πάλλη. Ψυχολόγος συνεργάτης της Α΄ Πανεπιστημιακής Κλινικής του Αιγινήτειου Νοσοκομείου και του ΕΠΙΨΥ.
Αν και μέχρι τώρα δεν έχουν υπάρξει στατιστικά στοιχεία για το αριθμό των κλήσεων, αλλά και την ταυτότητα των ασθενών (άντρες, γυναίκες, ηλικία, κοινωνικό προφίλ) τα τηλεφωνήματα είναι δεκάδες και προέρχονται από όλες τις ηλικιακές ομάδες.
“Φανταζόμουν ότι θα ήταν ηλικιωμένοι εκείνοι που θα καλούσαν, όμως τελικά αποδεικνύεται ότι πολλοί είναι και οι νέοι άνθρωποι που ζητούν στήριξη” λέει η ψυχολόγος.
Ωστόσο όπως αποκαλύπτει όλες οι ηλικίες έχουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά “Ρωτούν και ζητούν πληροφορίες για τον κορονοιό. Πως κολλάει; τα συμπτώματα που θεωρούνται ύποπτα, αν μπορούν να βγουν έξω; Πόσες ημέρες θα πρέπει να μείνουν στο σπίτι; Οι ερωτήσεις αυτές αποδεικνύουν και τη αβεβαιότητα που βιώνουν λόγω της κατάστασης” λέει η κυρία Πάλλη.
Από εκεί και πέρα οι ερωτήσεις είναι συνήθως πολλές, αν και δεν διαρκούν όλα τα τηλεφωνήματα το ίδιο. “Υπάρχουν κάποιοι που είναι πολύ σύντομοι, ενώ κάποιοι άλλοι μιλούν πολύ”.
Οι περισσότεροι πάντως επιζητούν να μιλήσουν για αυτό που τους συμβαίνει. “Είναι φοβισμένοι, εκνευρισμένοι, κάποιοι ανησυχούν πολύ για το μέλλον τους”.
Στην συνέχεια μιλούν για το προσωπικό τους πρόβλημα. Ιδίως αν ανήκουν στις ειδικές ομάδες που αντιμετωπίζουν ήδη κάποιο πρόβλημα υγείας, αν και κάθε περίπτωση είναι ξεχωριστή και ο ασθενής βιώνει με το δικό του τρόπο την νέα κατάσταση.
Άλλωστε όπως εξηγεί η Αλεξάνδρα Πάλλη “πολλές φορές το υποκειμενικό είναι πιο ισχυρό από το αντικειμενικό”, δηλαδή ασθενείς με σοβαρές παθήσεις είναι πιο ψύχραιμοι από άλλους με πιο ελαφριά περιστατικά.
Όλοι όμως αισθάνονται ευάλωτοι έναντι του κορονοιού, ενώ και ο περιορισμός στο σπίτι δημιουργεί περαιτέρω στρες.
“Προσπαθούμε να δώσουμε ένα νόημα γιατί πρέπει να μείνουμε στο σπίτι” λέει η ψυχολόγος και διευκρινίζει ότι μόνο έτσι μπορεί να λειτουργήσει σε κάποιους η αυτοαπομόνωση.
Η ίδια επιδιώκει να πείσει ότι η παραμονή στο σπίτι μπορεί να καταστεί πολύ δημιουργική. Και αυτό διότι δεν αποκλείει την επικοινωνία, την ψυχαγωγία, την εργασία και την πληροφόρηση.
Υπάρχει δηλαδή “η εγγύτητα της απόστασης” λέει και συμπληρώνει ότι είναι μια διαδικασία που έχει ψυχολογικό κόστος, άλλα είναι ανώδυνη και επίσης μπορεί να την εφαρμόσουν όλοι.
Κατά την ίδια πολύ σημαντικό κεφάλαιο για όσους δυσκολεύονται να διαχειριστούν την νέα αυτή κατάσταση είναι η ύπαρξη προγράμματος.
“Τους παροτρύνουμε να μην μένουν ξαπλωμένοι στο κρεββάτι, να μην αμελούν την καθημερινή προσωπική τους υγιεινή, να ντύνονται, να ενημερώνονται, να διαβάσουν, να αθληθούν, να παραμείνουν ενεργοί σε ότι αφορά τις επαγγελματικές τους υποχρεώσεις”.
Η ψυχολόγος αναφέρει ότι το κεφάλαιο εργασία είναι επιβεβλημένο να παραμείνει ενεργό, διότι είναι μια κανονικότητα που αποδεικνύει ότι παρά τον κορονοιό κάποια κομμάτια της ζωής μας είναι αλώβητα.
Σημαντικό επίσης είναι και το κεφάλαιο της οικογένειας, αν και οι καταστάσεις αυτές δεν οδηγούν πάντα στα ίδια αποτελέσματα” τονίζει η κ. Πάλλη. Διευκρινίζει ότι όταν η σχέση είναι καλή, η εγγύτητα λειτουργεί προς όφελος του ζευγαριού, διαφορετικά μπορεί να υπάρξουν προβλήματα. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις που μπροστά σε πολύ δύσκολα προβλήματα ξεπερνούνται οι διαφορές.
Τους καθησυχάζετε; Η κυρία Πάλλη απαντά καταφατικά. Λέει ότι πολύ συχνά καλούν ξανά και αποκαλύπτει ότι ορισμένες φορές ζητούν να μιλήσουν με το ίδιο ειδικό που επικοινώνησαν την πρώτη φορά. “Αισθάνονται ότι έχουν αφήσει τη συζήτηση στην μέση και θέλουν να συνεχίσουν από εκεί που είχαν μείνει” καταλήγει.
πηγή: thetoc.gr